τροφοδοτώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τροφοδοτώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τροφοδοτώ.mp3Ετυμολογίατροφοδοτώ τροφοδότης Ερμηνεία└ρήμα┘ τροφοδοτώ -είς, -εί ✦ χορηγώ τροφές ✦ (μτφ. ) παρέχω τα απαραίτητα υλικά για συντήρηση ή λειτουργία ✦ δίνω κάτι συστηματικά Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–