σπουδαστήριο Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σπουδαστήριοΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σπουδαστήριο.mp3Ετυμολογίασπουδαστήριο σπουδάζω Ερμηνείαουσιαστικό└ουδέτερο┘ το σπουδαστήριο ✦ αίθουσα για μελέτη, αναγνωστήριο ✦ (ειδ.) χώρος με βιβλία, όργανα κτλ. για τη μελέτη ειδικού θέματος Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–