σκορπιδόχορτο


σκορπιδόχορτο
Προφορά

Ετυμολογία
σκορπιδόχορτο σκορπίδι + χόρτο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σκορπιδόχορτο

✦ είδος φυτού, σκορπίδι
✦ φρ. έγινε σκορπιδόχορτο, για χρηματικό ποσό που σπαταλήθηκε άσκοπα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.