ροδόξιδο


ροδόξιδο
Προφορά

Ετυμολογία
ροδόξιδο ρόδο + ξίδι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ροδόξιδο

✦ ξίδι αρωματισμένο με ροδοπέταλα, χρησιμοποιούμενο στη μαγειρική ως ευφραντικό, τριανταφυλλόξιδο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.