πυρρίχιος


πυρρίχιος
Προφορά

Ετυμολογία
πυρρίχιος μεταγενέστερη ελληνική πυρρίχιος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πυρρίχιος

✦ χορός κατά τον οποίο οι χορευτές αναπαριστάνουν αμυντικές και επιθετικές κινήσεις πολεμιστών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.