παραποίηση


παραποίηση
Προφορά

Ετυμολογία
παραποίηση μεταγενέστερη ελληνική παραποίησις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η παραποίηση

✦ σκόπιμη αλλοίωση, διαστρέβλωση: παραποίηση των πρακτικών – της αλήθειας
✦ αθέμιτη ή δόλια απομίμηση

Συνώνυμα
κιβδηλεία, παραχάραξη
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.