οξειδωτικός


οξειδωτικός
Προφορά

Ετυμολογία
οξειδωτικός οξειδόω-ώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ οξειδωτικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στην οξείδωση
✦ που μπορεί να προκαλέσει οξείδωση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.