οκταήμερος
Προφορά
Ετυμολογία
οκταήμερος μεταγενέστερη ελληνική ὀκταήμερος
Ερμηνεία
οκταήμερος
✦ κ. οχταήμερος, -η, -ο επίθ. (Κ οκταήμερος, -ος, -ον) που διαρκεί οχτώ μέρες ή γίνεται κατά την όγδοη μέρα
✦ το ουδ. οκταήμερο(ν) ως ουσ., χρονικό διάστημα οχτώ ημερών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–