οδικός


οδικός
Προφορά

Ετυμολογία
οδικός οδός

Ερμηνεία
επίθετο┘ οδικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στις οδούς, ο σχετικός με τους δρόμους: οδικό δίκτυο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
οδικώς, δια ξηράς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.