μεμβράνη


μεμβράνη
Προφορά

Ετυμολογία
μεμβράνη μεταγενέστερη ελληνική μεμβράνα

Ερμηνεία
μεμβράνη

✦ κατεργασμένο λεπτό δέρμα ζώου για ποικίλες χρήσεις (στη βιβλιοδεσία, αντί χαρτιού κτλ.)
(βιολ.) λεπτός, ευλύγιστος ιστός, υμένας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.