μελό


μελό
Προφορά

Ετυμολογία
μελό από το πρώτο συνθετ. της λ. μελόδραμα

Ερμηνεία
επίθετο
άκλιτο┘ μελό

✦ αφηγηματικό ή δραματικό έργο, χωρίς καλλιτεχνική αξία, που επιδιώκει την εύκολη συγκίνηση των αναγνωστών ή θεατών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.