λίπασμα


λίπασμα
Προφορά

Ετυμολογία
λίπασμα αρχαία ελληνική λίπασμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το λίπασμα

✦ φυσική ή τεχνητή ουσία που περιέχει απαραίτητα στοιχεία για την ανάπτυξη των φυτών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.