λέγω
Προφορά
Ετυμολογία
λέγω αρχαία ελληνική λέγω
Ερμηνεία
λέγω
✦ κ. λέω ρ. (είπα, ειπώθηκα και λέχτηκα, ειπωμένος) εκφράζομαι προφορικά, μιλώ
✦ ιστορώ, αφηγούμαι
✦ αναφέρω
✦ ανακοινώνω, πληροφορώ
✦ παραγγέλνω, συμβουλεύω
✦ συζητώ
✦ υπόσχομαι, τάζω
✦ εκφράζω, ομολογώ
✦ απολογούμαι, εξομολογούμαι
✦ ονομάζω, αποκαλώ
✦ εννοώ, δηλώνω, σημαίνω
✦ εξηγώ
✦ σκέφτομαι, λογαριάζω, σκοπεύω
✦ νομίζω, φαντάζομαι, υποθέτω
✦ προβλέπω
✦ υποστηρίζω, επιμένω
✦ συμπεραίνω
✦ ρητορεύω
✦ απαγγέλλω ή τραγουδώ
✦ βρίζω
✦ καταριέμαι ή εύχομαι
✦ απρμφ. το λέγειν ως ουσ., ευγλωττία, ευφράδεια
✦ (παθ.) λέγομαι, καλούμαι, ονομάζομαι
✦ φημίζομαι
✦ φρ. λέγεται ή λένε, διαδίδεται – λες και… σαν να – το λέει η καρδιά του, είναι τολμηρός, γενναίος – αυτό να λέγεται, βέβαια, χωρίς αμφιβολία – ούτε να λέγεται, για κανένα λόγο – σαν να λέμε ή που λέει ο λόγος, λόγου χάρη – δε λέγεται ή άλλο να σου πω, κι άλλο ν’ ακούσεις (να δεις), για πράγματα αξιοθαύμαστα – έχουμε και λέμε, ας υπολογίσουμε
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–