κονίστρα


κονίστρα
Προφορά

Ετυμολογία
κονίστρα αρχαία ελληνική κονίστρα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κονίστρα

✦ μέρος της παλαίστρας στρωμένο με λεπτή άμμο
(μτφ. ) πεδίο πνευματικών ή πολιτικών αγώνων

Συνώνυμα
στίβος
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.