καραγκιοζοπαίχτης
Προφορά
Ετυμολογία
καραγκιοζοπαίχτης καραγκιόζης + παίχτης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο καραγκιοζοπαίχτης
✦ το πρόσωπο που κινεί τις φιγούρες του καραγκιόζη και μιλά, παραλλάζοντας, ανάλογα, τη φωνή του, καλλιτέχνης του θεάτρου σκιών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–