ετεροχρονίζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ετεροχρονίζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/ετεροχρονίζω.mp3Ετυμολογίαετεροχρονίζω ετερόχρονος Ερμηνεία└ρήμα┘ ετεροχρονίζω ✦ εκδηλώνω ή παρέχω κάτι σε χρόνο διαφορετικό από τον συνηθισμένο ή τον καθορισμένο Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–