διαδήλωση
Προφορά
Ετυμολογία
διαδήλωση μεταγενέστερη ελληνική διαδήλωσις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η διαδήλωση
✦ ζωηρή εκδήλωση φρονημάτων ή αισθημάτων
✦ (ειδ.) παρέλαση πλήθους που διαδηλώνει πολιτικά φρονήματα αντιθέσεως ή αποδοχής
Συνώνυμα
συλλαλητήριο
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–