δευτερότερος
Προφορά
Ετυμολογία
δευτερότερος δεύτερος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ δευτερότερος -η, -ο
✦ ο κατώτερος σε σημασία ή αξία, δευτερεύων: είχε βγάλει αρκετούς λόγους στο κακουργοδικείο της Αθήνας, σε δίκες δευτερότερες (Γ. Θεοτοκάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–