δασεία


δασεία
Προφορά

Ετυμολογία
δασεία αρχαία ελληνική δασεῖα, θηλ, του επιθέτου δασύς

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η δασεία

✦ σημείο της στίξεως, που δηλώνει το δασύ πνεύμα (“)

Συνώνυμα

Αντίθετα
ψιλή (‘)
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.