δακτυλοθεσία
Προφορά
Ετυμολογία
δακτυλοθεσία μεταγενέστερη ελληνική δακτυλοθεσία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η δακτυλοθεσία
✦ ο αριθμός που σημειώνεται πάνω από μουσικό φθόγγο και δείχνει το δάχτυλο που πρέπει να χρησιμοποιήσει ο μουσικός
✦ δακτυλισμός (βλ. λ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–