βαμβακένιος


βαμβακένιος
Προφορά

Ετυμολογία
βαμβακένιος βαμβάκι

Ερμηνεία
βαμβακένιος

✦ κ. μπαμπακένιος, -ια, -ιο επίθ. (Κ βαμβάκινος, -ίνη, -ινον) βαμβακερός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.