αυτάδελφος


αυτάδελφος
Προφορά

Ετυμολογία
αυτάδελφος αρχαία ελληνική αὐτάδελφος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αυτάδελφος

✦ θηλ. αυταδέλφη κ. αυταδέλφισσα αδελφός ή αδελφή από τον ίδιο πατέρα και την ίδια μητέρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.