αντιανεμικό
Προφορά
Ετυμολογία
αντιανεμικό αντί + άνεμος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το αντιανεμικό
✦ αδιάβροχο σακάκι ή φόρμα που φοριέται πάνω από τα ρούχα και προστατεύει το σώμα από τον άνεμο (ιδ. για οδηγό μοτοσικλέτας, ιστιοπλόο κτλ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–