αντιαεροπορικός


αντιαεροπορικός
Προφορά

Ετυμολογία
αντιαεροπορικός αντί + αεροπορικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αντιαεροπορικός -ή, -ό

✦ ο χρήσιμος για την άμυνα σε περίπτωση αεροπορικής επίθεσης: αντιαεροπορικό καταφύγιο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
αντιαεροπορικά (Κ αντιαεροπορικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.