ανταπόκριση
Προφορά
Ετυμολογία
ανταπόκριση μεταγενέστερη ελληνική ἀνταπόκρισις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ανταπόκριση
✦ επικοινωνία με γραπτό ή προφορικό λόγο
✦ ανταπόδοση, αντιστοιχία
✦ δημοσίευμα εφημερίδας που στέλνεται από ανταποκριτή της
✦ προγραμματισμένη συνάντηση αμαξοστοιχιών και γεν. συγκοινωνιακών μέσων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–