αντίφεγγος
Προφορά
Ετυμολογία
αντίφεγγος αντί + φέγγω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αντίφεγγος -η, -ο
✦ αυτός που αντιφεγγίζει
✦ ουδ. το αντίφεγγο ως ουσ., η αντιφεγγιά, η ανταύγεια: όπως τ’ αντίφεγγο χωρίζει απ’ την εικόνα (Άγγ. Σικελιανός)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–