ανατολή
Προφορά
Ετυμολογία
ανατολή αρχαία ελληνική ἀνατολή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ανατολή
✦ η εμφάνιση του ήλιου ή άλλου ουράνιου σώματος στον ορίζοντα
✦ ο χρόνος της εμφάνισης των ουράνιων σωμάτων
✦ το σημείο του ορίζοντα απ’ όπου ανατέλλει ο ήλιος
✦ Ανατολή, οι χώρες και οι λαοί που βρίσκονται ανατολικά της Ευρώπης
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
δύση, βασίλεμα, γέρμα
Επιρρήματα
–