αεικύμαντος


αεικύμαντος
Προφορά

Ετυμολογία
αεικύμαντος μεσαιωνική ελληνική ἀεικύμαντος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αεικύμαντος -η, -ο

✦ που έχει πάντοτε κύματα, τρικυμιώδης

Συνώνυμα
πολυκύμαντος
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.