αγρανάπαυση


αγρανάπαυση
Προφορά

Ετυμολογία
αγρανάπαυση αγρός + ανάπαυσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αγρανάπαυση

✦ προσωρινή διακοπή της καλλιέργειας αγρού, για να ανακτήσει την παραγωγικότητά του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.