χαμώγι


χαμώγι
Προφορά

Ετυμολογία
χαμώγι κατώγι, με επίδρ. του χάμω

Ερμηνεία
χαμώγι

✦ χαμηλό και φτωχικό σπίτι, χαμόσπιτο: Τούρκοι και χριστιανοί ζούνε σε χαμώγια πλίθινα (Πετσάλης – Διομήδης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.