αποστακτήρας


αποστακτήρας
Προφορά

Ετυμολογία
αποστακτήρας αποστάζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αποστακτήρας

✦ συσκευή για την απόσταξη, λαμπίκος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.