seat Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply seatΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/s/seat.mp3{si:t} (Ουσιαστικό)● θέση● κάθισμα● έδρα● κατοικία (Ρήμα)● κάθωμαι● βάλλω κάποιον να καθήσει● καθίζω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση