scuffle Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply scuffleΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/s/scuffle.mp3{‘skʌfəl} (Ουσιαστικό)● καυγάς● μάλωμα● συμπλοκή● σύρραξη (Ρήμα)● διαπληκτίζομαι● μαλώνω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση