scrap


scrap
Προφορά

{skræp}

(Ουσιαστικό)
● τεμάχιο
● κομματάκι
● θρύψαλο
● απόρριμμα
● υπόλειμμα
● απόκομμα εντύπου
● ξύσμα
● άχρηστα μέταλλα
● φιλονικία
● καβγαδάκι

(Ρήμα)
● απορρίπτω ως άχρηστα
● φιλονικώ
● πυγμαχώ

└[Εκφράσεις]┘
● not care a scrap = δεν μου καίγεται καρφί

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.