scent


scent
Προφορά

{sent}

(Ουσιαστικό)
● μυρωδιά
● οσμή
● όσφρηση
● μυρουδιά

(Ρήμα)
● οσφραίνομαι
● ευωδιάζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.