αστυκτηνιατρικός
Προφορά
Ετυμολογία
αστυκτηνιατρικός αστυκτηνίατρος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αστυκτηνιατρικός -ή, -ό
✦ ο αναφερόμενος στον αστυκτηνίατρο ή που γίνεται από αυτόν: αστυκτηνιατρικός έλεγχος
✦ θηλ. αστυκτηνιατρική ως ουσ., κρατική υπηρεσία που μεριμνά για την υγεία των κατοικίδιων ζώων ιδ. αυτών που προορίζονται για τη διατροφή του πληθυσμού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–