purl


purl
Προφορά

{pɜ:rl}

(Ουσιαστικό)
● ανάποδη βελονιά
● είδος κεντήματος
● κελάρυσμα
● ποτό εκ ζύθου αρωματισμένου

(Ρήμα)
● κελαρύζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.