provision Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply provisionΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/provision.mp3{prə’vıʒən} (Ουσιαστικό)● όρος● πρόβλεψη● φροντίδα● πρόνοια (Ρήμα)● εφοδιάζω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση