promising


promising
Προφορά

{‘prɒmısıŋ}

(Επίθετο)
● ελπιδοφόρος
● εύελπις
● ευοίωνος
● δίδων ελπίδας
● υποσχετικός
● υποσχόμενος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.