prolificness Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply prolificnessΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/prolificness.mp3{prə’lıfıknıs} (Ουσιαστικό)● γονιμότης● γονιμότητα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση