poverty Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply povertyΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/poverty.mp3{‘pɒvərtı} (Ουσιαστικό)● πτώχεια● φτώχεια● κακομοιριά● εξαθλίωση● ανέχεια● απορία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση