pole


pole
Προφορά

{pəʋl}

(Ουσιαστικό)
● Πόλος
● Πολωνός

(Ουσιαστικό)
● πάσσαλος
● παλούκι
● κοντάρι

(Ρήμα)
● σπρώχνω με κοντάρι

└[Εκφράσεις]┘

(Ουσιαστικό)orth Pole = βόρειος πόλος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.