plane
Προφορά
{pleın}
(Επίθετο)
● επίπεδο
● επίπεδος
(Ουσιαστικό)
● πλάνη (εργαλείο)
● επίπεδο
● ροκάνη
● πλάνη
● πλάτανος
● αεροπλάνο
● πτέρυξ αεροπλάνου
(Ρήμα)
● ροκανίζω
● πλανίζω
└[Εκφράσεις]┘
● by plane = αεροπορικώς
● There is a plane today to = έχει σήμερα αεροπλάνο για
Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση