petrescent Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply petrescentΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/petrescent.mp3 (Ουσιαστικό)● απολιθούμενος Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση