permanent Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply permanentΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/permanent.mp3{‘pɜ:rmənənt} (Επίθετο)● διαρκής● μόνιμος● σταθερός (Ουσιαστικό)● περμανάντ Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση