patent Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply patentΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/patent.mp3{‘pætənt} (Επίθετο)● ολοφάνερος● εναρχής● φανερός (Ουσιαστικό)● ευρεσιτεχνία● προνόμιο εφευρέσεως (Ρήμα)● ασφαλίζω διά προνόμιου ευρεσιτεχνίας Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση