partner Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply partnerΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/partner.mp3{‘pɑ:rtnər} (Επίθετο)● εταίρος● συμμέτοχος (Ουσιαστικό)● καβαλιέρος● ντάμα● ομόρρυθμος εταίρος● παρτενέρ● συγχορευτής● συνέταιρος● σύντροφος └[Εκφράσεις]┘● of a partner = συνεταιρικός Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση