αρχαιόφιλος


αρχαιόφιλος
Προφορά

Ετυμολογία
αρχαιόφιλος αρχαίος + φίλος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αρχαιόφιλος -η, -ο

✦ αυτός που αγαπά υπερβολικά τα αρχαία έργα τέχνης και γεν. τον αρχαίο πολιτισμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.