jack Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply jackΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/j/jack.mp3{dʒæk} (Ουσιαστικό)● εργάτης● βαλές● γρύλος αυτοκίνιτου● ανυψωτήρ βάρων● φάντης Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση