hob


hob
Προφορά

{hɒb}

(Ρήμα)
● καρφώνω σόλες με πρόκες
● κόβω με κοπτικό εργαλείο

(Ουσιαστικό)
● προεξοχή (ραφί στο πλάι τζακιού)
● δαιμόνιο
● καλικάντζαρος
● ξωτικό
● τελώνιο
● ήλος
● φασαρία

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.